Επικίνδυνες Παθήσεις στη Διάρκεια της Εγκυμοσύνης

29 Ιουλίου 2019

Τοξοπλάσμωση

Το τοξόπλασμα (Toxoplasma gondii) είναι ένα ενδοκυττάριο παράσιτο που αποικίζει σχεδόν όλους τους ιστούς.

Ιδιαίτερη προτίμηση δείχνει στο μυϊκό ιστό, στο εντερικό επιθήλιο και στο νευρικό ιστό.

Μέσα στο κύτταρο το πρωτόζωο συνήθως ζει στο κυτταρόπλασμα.

Το τοξόπλασμα μεταδίδεται στον άνθρωπο κυρίως με τη βρώση ώριμων ωοκύστεων που υπάρχουν στο μολυσμένο χώμα και στο νερό.

Υπεύθυνη για τη διασπορά των ωοκύστεων είναι η γάτα που νοσεί και αποβάλλει με τα κόπρανά της τις ωοκύστεις στο περιβάλλον.

Σπάνια ο άνθρωπος είναι δυνατό να μολυνθεί από τοξόπλασμα τρώγοντας κακοψημένο κρέας κάποιου μολυσμένου θηλαστικού.

Η παρατήρηση ότι πολλά άτομα έχουν στον ορό τους αντισώματα έναντι του τοξοπλάσματος, επιβεβαιώνει το γεγονός ότι οι περισσότερες λοιμώξεις είναι ασυμπτωματικές, παρόλο που η κλινική νόσηση είναι αρκετά σπάνια.

Όσον αφορά την εγκυμοσύν ο διαπλακουντιακός τρόπος μετάδοσης του τοξοπλάσματος και η παρεπόμενη συγγενής λοίμωξη χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής.

Οξεία πρωτοπαθής τοξοπλάσμωση, που συνήθως είναι ασυμπτωματική, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, οδηγεί σε διασπορά του τοξοπλάσματος στον πλακούντα και σε μόλυνση του εμβρύου.

Ο κίνδυνος προσβολής του κυήματος αυξάνει στο δεύτερο και ιδιαίτερα στο τρίτο τρίμηνο της κύησης.

Ανάλογα με την ηλικία της κύησης που έγινε η μόλυνση είναι δυνατό να παρουσιαστούν προσβολή του ΚΝΣ, των σπλάχνων, των οφθαλμών, πρόωρος τοκετός ή ενδομήτριος θάνατος του εμβρύου.

Αν το νεογνό επιζήσει, στα χρόνια που ακολουθούν εμφανίζονται οι νευρολογικές και ψυχοκινητικές διαταραχές της νόσου που οδηγούν σε καθυστέρηση της ανάπτυξης και τύφλωση.

Δεν υπάρχει απόλυτα ικανοποιητική θεραπευτική αντιμετώπιση της τοξοπλάσμωσης και για το λόγο αυτό ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δίνεται στην πρόληψη, ιδιαίτερα στις γυναίκες που προγραμματίζουν μία εγκυμοσύνη.

Για να μειώσει μία γυναίκα τον κίνδυνο να κολλήσει τοξοπλάσμωση προτείνουμε να ακολουθούνται οι παρακάτω οδηγίες:

Σωστή θερμική επεξεργασία των τροφίμων πριν την κατανάλωση.

Σχολαστικό πλύσιμο ωμών φρούτων και λαχανικών πριν την κατανάλωση.     

Επιμελές πλύσιμο των χεριών πριν από κάθε γεύμα.

Τέλος, να αποφεύγεται η επαφή με γάτες στον οικιακό περιβάλλον.


Λιστέρια

Η λιστέρια (Listeria monocytogenes) είναι μικρό ασπορογόνο, αερόβιο, θετικό κατά Gram βακτηρίδιο και είναι ευρέως διαδεδομένη στο περιβάλλον.

Tα τρόφιμα (απαστερίωτο γάλα, ορισμένα είδη τυριών, όπως brie, camembert και ricotta, λαχανικά, προπαρασκευασμένα φαγητά) είναι η κυριότερη πηγή λοίμωξης.

Το πρόβλημα με τα μολυσμένα τρόφιμα εντείνεται από το γεγονός ότι οι λιστέριες έχουν τη δυνατότητα να πολλαπλασιάζονται σε θερμοκρασίες ψυγείου και είναι ανθεκτικές σε συντηρητικές ουσίες και σε αρκετά χαμηλό pH.

O χρόνος επώασης της νόσου κυμαίνεται από 1 έως 70 ημέρες, με μέσο όρο τις 3 εβδομάδες.

Περίπου το 1/3 των περιπτώσεων λιστερίωσης αφορούν τις έγκυες γυναίκες και τα νεογνά.

Ωστόσο, η μόλυνση με λιστέρια στις έγκυες γυναίκες είναι πολύ σπάνια και μολύνεται μόλις μια στις 20.000 εγκυμονούσες.

Στην έγκυο γυναίκα η λιστερίωση εμφανίζεται συνήθως κατά το τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης.

Στις περισσότερες περιπτώσεις η μητέρα εμφανίζει μία ελαφρά εμπύρετη νόσο που μοιάζει με γριππώδη συνδρομή.

Το έμβρυο μολύνεται μέσω του πλακούντα ή κατά τον τοκετό.

Η λιστερίωση των νεογνών εμφανίζεται είτε ως πρώιμη μορφή, συνήθως κατά τις 4 πρώτες ημέρες της ζωής του νεογνού, που χαρακτηρίζεται από σηψαιμία, πνευμονία, διάρροια, νευρολογικά συμπτώματα, εξάνθημα, με θνητότητα που φτάνει το 75%.

Είτε ως όψιμη μορφή, που εμφανίζεται σε τελειόμηνα νεογνά, τα οποία ενδεχομένως φαίνονται υγιή κατά τη γέννηση και εκδηλώνεται κατά την 7η ημέρα της ζωής τους, συνήθως ως μηνιγγίτιδα ή ως σηψαιμία.

Η πρόγνωση είναι καλύτερη σε σχέση με την πρώιμη μορφή και 75% των νεογνών επιζούν.

Η διάγνωση της λοίμωξης με λιστέρια γίνεται με απομόνωση του μικροοργανισμού από τα παθολογικά υλικά, δηλαδή με εξέταση είτε κολπικού ή τραχηλικού δείγματος, είτε αίματος.

Σε περιπτώσεις λιστερίωσης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης χορηγείται ερυθρομυκίνη.

Τα μέτρα για την αποφυγή της λιστερίωσης περιλαμβάνουν την αποφυγή κατανάλωσης τροφίμων που ευνοούν τον πολλαπλασιασμό της λιστέριας και τη σωστή θερμική επεξεργασία των τροφίμων πριν την κατανάλωση.


Πέννυ Λαζογεώργου, Φαρμακοποιός 



ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

ΑΡΘΡΑ

ΑΡΧΕΙΑ